Η νέα τιμωρητική επιχείρηση του ΔΠΔ (Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου) κατά του Ρώσου προέδρου θα πρέπει να σημάνει συναγερμό στις μικρές και αδύναμες χώρες, ιδιαίτερα στις Αφρικανικές.
Γιατί; Επειδή αφρικανικές χώρες που έχουν επικυρώσει τη Συνθήκη του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) καλό θα ήταν να αποσυρθούν από αυτήν, πριν γίνει γνωστό ότι θα χρησιμοποιηθεί εναντίον μη δυτικών ή απλώς όσων δεν συμμορφώνονται με τις επιθυμίες του ΝΑΤΟ.
Οι μικρές χώρες θα πρέπει να γνωρίζουν ότι το λεγόμενο διεθνές δίκαιο που πολλές φορές επιχειρείται να εφαρμοσθεί μέσω του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, είναι συχνά απλώς ένα κάλυμμα για τη δυτική κυριαρχία.
Όσον αφορά δε, τη προκειμένη περίπτωση, το διεθνές ένταλμα σύλληψης, είναι ό,τι πιο γελοιδέστερο για τον Πούτιν.
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έβαλε δυνατά τα γέλια με την ανακοίνωση του διεθνούς εντάλματος σύλληψης εναντίον του, ενώ η κυβέρνηση Μπάιντεν εξέφρασε την ικανοποίησή της για το ένταλμα σύλληψης που εξέδωσε το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τον Ρώσο πρόεδρο. Η Ουάσινγκτον έχει επανειλημμένα απειλήσει το ΔΠΔ σε περίπτωση που επιχειρήσει να εξετάσει τα εγκλήματα των ΗΠΑ. Μιλώντας στον Τύπο στις 17 Μαρτίου 2023, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν δήλωσε ότι το ένταλμα σύλληψης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) για τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντιμίρ Πούτιν είναι νομικά αιτιολογημένο !!!!
«Υποστηρίζουμε την απόδοση ευθυνών στους εγκληματίες πολέμου για τις πράξεις τους», δήλωσε νωρίτερα η Adrienne Watson. Σε δήλωσή της προς τον αμερικανικό Τύπο, η εν λόγω εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου πιστεύει ότι «ο εισαγγελέας του ΔΠΔ είναι ανεξάρτητος να λαμβάνει τις δικές του αποφάσεις για τις διώξεις με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία». Ένα θέμα δύο ενταλμάτων σύλληψης για παράνομη απέλαση παιδιών από την Ουκρανία. Το ένα για τον Ρώσο πρόεδρο, το άλλο για την προεδρική επίτροπο για τα δικαιώματα των παιδιών Μαρία Λβόβα-Μπέλοβα. Η απόφαση αυτή χαιρετίστηκε από τον Ουκρανό πρόεδρο και την αμερικανική κυβέρνηση, παρόλο που ούτε η Ουκρανία ούτε οι ΗΠΑ έχουν επικυρώσει το Καταστατικό της Ρώμης, που αποτελεί την ιδρυτική συνθήκη του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.
Από τις απειλές στις κυρώσεις: αυτή είναι το βαρύ ιστορικό που έχει η Ουάσινγκτον με τη Χάγη, ένα καθεστώς που συνδυάζεται με την άρνηση αναγνώρισής του, την οποία υπενθύμισε στους δημοσιογράφους ο Τζο Μπάιντεν. Η υπενθύμιση αυτή είναι ακόμη πιο σημαντική σε μια χώρα που έχει επανειλημμένα απειλήσει το προσωπικό του δικαστηρίου της Χάγης, με αντίποινα σε περίπτωση που επιχειρήσει να εξετάσει εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν από τον αμερικανικό στρατό.
Το αμερικανικό Κογκρέσο είχε εξαρχής δώσει τον τόνο από τη περίοδο της εισβολής στο Αφγανιστάν. Μέσω του νόμου για την προστασία των μελών του στρατού, οι νομοθέτες των ΗΠΑ μπορούν να αρνηθούν τη στρατιωτική υποστήριξη σε χώρες που δεν ανήκουν στο ΝΑΤΟ και αναγνωρίζουν το ΔΠΔ. Ο ομοσπονδιακός αυτός νόμος, που τέθηκε σε ισχύ το καλοκαίρι του 2002 από τον Τζορτζ Μπους, εξουσιοδοτεί επίσης τον Πρόεδρο να χρησιμοποιήσει όλα τα αναγκαία και κατάλληλα μέσα για να επιτύχει την απελευθέρωση ενός πολίτη ή συμμάχου των ΗΠΑ που κρατείται από το ΔΠΔ, συμπεριλαμβανομένης ακόμη και της στρατιωτικής βίας. Η νομοθεσία αυτή πήρε το υποκοριστικό: «Νόμος για την εισβολή στη Χάγη» («The Hague Invasion Act»).
Πιο πρόσφατα, το 2020, η κυβέρνηση Τραμπ υιοθέτησε κυρώσεις κατά των μελών του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Επειδή επικεντρώθηκαν στις στρατιωτικές καταχρήσεις των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν, η εισαγγελέας του ΔΠΔ Fatou Bensouda και ένας ανώτερος αξιωματούχος του γραφείου της, ο Phakiso Mochochoko, μπήκαν σε μαύρη λίστα από το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ. «Δεν θα ανεχθούμε παράνομες προσπάθειες του ΔΠΔ να υπαγάγει στη δικαιοδοσία του Αμερικανούς», δήλωσε στον Τύπο ο Mike Pompeo, που ήταν τότε, υπουργός Εξωτερικών του Donald Trump.
Οι κυρώσεις αυτές έχουν έκτοτε αρθεί από τον Τζο Μπάιντεν. Ερωτηθείς στις 17 Μαρτίου στο CNN σχετικά με ενδεχόμενη πίεση που θα μπορούσε να ασκήσει ο Λευκός Οίκος σε ξένους ηγέτες για να συλλάβουν τον Βλαντίμιρ Πούτιν εάν ταξίδευε στη χώρα τους, ο Τζον Κίρμπι, εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου, επανέλαβε απλώς ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να δουν τη Ρωσία να λογοδοτεί για τις ενέργειές της και ότι θα συνεχίσουν να βοηθούν την Ουκρανία να τεκμηριώσει και να διατηρήσει τα αποδεικτικά στοιχεία στο βαθμό που υπάρχει σε εξέλιξη μια σειρά διεθνών ερευνών, συμπεριλαμβανομένης και αυτής που διεξάγεται από το ΔΠΔ.
Εκτός από τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρωσία, η Ινδία, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία και η Κίνα είναι μεταξύ των περίπου 30 χωρών που δεν αναγνωρίζουν τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Η Μαρία Λβόβα-Μπέλοβα, προεδρική επίτροπος του Πούτιν για τα δικαιώματα των παιδιών, είναι επίσης στο στόχαστρο. Αντιδρώντας, η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα τόνισε ότι «οι υποτιθέμενες οδηγίες σύλληψης που εκδίδονται από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο δεν έχουν καμία νομική ισχύ για τη Ρωσία». Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος Τύπου του Πούτιν, Ντμίτρι Πεσκόφ, απέρριψε τα συμπεράσματα του διεθνούς ποινικού δικαστηρίου, δηλώνοντας ότι η Ρωσία δεν αναγνωρίζει το δικαστήριο και τη δικαιοδοσία του.